Η ΝΤΑΛΙΚΑ.
Από τον δίσκο "Φράγμα" - 1981
Μουσική / Στίχοι: Δ.Μούτσης / Κ.Τριπολίτης
Ζόρικος κρεμανταλάς ο καιρός που κουβαλάς,
η ζωή σου μια νταλίκα με μπαγάζια και με ΙΚΑ.
Τώρα απόχτησες καβούκι και αμάξι σπορ μοντέλο
τώρα σκάλωσες στο λούκι κι είσ' αλλιώτικο καπέλο.
Η ζωή σου ντούμπλε-φας, μέσα κι έξω τη φοράς,
η καρδούλα σου γκαζιέρα δίχως γκάζι και αγέρα.
Μες στο κόλπο είσαι χωμένος και γλυτώνεις παρά τρίχα,
τώρα είσαι βολεμένος και σου κόψανε το βήχα.
Κι αν θυμάσαι τα παλιά, ψέματα και μπλα μπλα μπλα,
η μαγκιά σου ναφθαλίνη με κασμίρι και λουστρίνι.
Τώρα κάνεις μαύρη πλάκα κι όλο τρως απ' την κουτάλα,
τώρα μάγγωσε η φάκα και σε κλείσανε στη γυάλα.
From: deSaintEx
(...)Η ζωή της Μπέλλου από το 1940 έως το 1946, τότε δηλαδή που μπαίνει πλέον επίσημα στον χώρο και τον κόσμο του ρεμπέτικου, είναι μια περιπέτεια, ένα θρίλερ. Οι δραματικές στιγμές που πέρασε στην Αθήνα και έχει περιγράψει η ίδια, θυμίζουν κινηματογραφική ταινία. Έκανε πολλές δουλειές για να επιβιώσει. Δούλεψε σε εστιατόριο λαντζιέρα. Νύχτες ολόκληρες έπλενε πιάτα. Πουλούσε τσιγάρα με τον ταβλά και παστέλια. Έκανε τον αχθοφόρο σε σταθμούς τρένων και λεωφορείων. Με ένα καρότσι έπαιρνε τα ταγάρια, τα καλάθια και τις βαλίτσες των επαρχιωτών και τα ξεφόρτωνε στην Ομόνοια. Τις νύχτες κοιμόταν μέσα στα βαγόνια. Με τα χαρτζιλίκια που μάζευε από όλες αυτές τις δουλειές, αγόρασε παπούτσια και κουβέρτες, νοίκιασε μια κάμαρα - σπίτι στο Περιστέρι, κι αγόρασε μια κιθάρα, που ήταν το μεγάλο της όνειρο. Στερήθηκε πολλά αγαθά τόσα χρόνια, αλλά με το αρβανίτικο πείσμα που τη διέκρινε και τη σιδερένια θέληση που είχε πέτυχε τον στόχο της. Να γίνει τραγουδίστρια.
Ένα βράδυ του Μάη του 1945 κατέβαινε την Ιπποκράτους. Είχε πάει να συναντήσει κάποιες κοπέλες, που ήταν συγγενείς της, στην οδό Διγενή Ακρίτα. Κοντά στην πλατεία Εξαρχείων, είδε μια ταβέρνα και μπήκε μέσα. Κάθισε σ' ένα τραπέζι στην αυλή και παρήγγειλε κάτι να φάει. Ο ιδιοκτήτης του μαγαζιού, Κρητικός την καταγωγή, και μερικοί θαμώνες κοίταζαν επίμονα τη Σωτηρία. Τόσο όμορφη κοπέλα, ίδια κούκλα, μόνη της τέτοια ώρα; Εκείνη απτόητη. Καθώς περίμενε την παραγγελία, το μάτι της έπεσε πάνω σε μια κιθάρα. Ρώτησε ευγενικά τον ταβερνιάρη αν μπορεί να παίξει, πήρε θετική απάντηση και άρχισε να παίζει και να τραγουδά ένα παλιό τραγούδι της Σοφίας Βέμπο «Τι έχεις κι όλο κλαις και δεν μου το λες». Δεν σταμάτησε όμως στο ένα τραγούδι. Είπε και δεύτερο: «Αντιλαλούνε οι φυλακές τ' Ανάπλι κι ο Γεντί Κουλές». Στην απέναντι γωνιά, άκουγε με πολλή προσοχή την κοπέλα με την κιθάρα, ένας 45άρης καλοντυμένος, με ψαρά μαλλιά, χωρίς να πει κουβέντα. Το επόμενο βράδυ η Μπέλλου ξαναπήγε στο μαγαζί, έπαιξε και τραγούδησε.(...)
* Σωτηρία Μπέλλου - Ένας μάγκας με φουστάνια, από το Music Heaven.
Φωνάρα!
ΑπάντησηΔιαγραφήμοναδική
ΑπάντησηΔιαγραφή"...η μαγκιά σου ναφθαλίνη με κασμίρι και λουστρίνι..."
ΑπάντησηΔιαγραφήΟι στίχοι του Τριπολίτη ότι πιο επίκαιρο.
"τώρα μάγγωσε η φάκα"
Νομίζω ότι και να πούμε είναι λίγο...
ΑπάντησηΔιαγραφήΣε τέτοιες περιπτώσεις, αρκεί ν' ακούμε...
ΑπάντησηΔιαγραφή